Μία μέρα ένας άθεος έκανε βόλτα στο δάσος, θαυμάζοντας όλα εκείνα τα θαύματα που από το «τυχαίο - big bang theory» ατύχημα είχαν δημιουργηθεί.
Τι απίθανα χρώματα του δάσους, τι πανέμορφα ζωάκια, τι υπέροχα λουλούδια, πόσο όμορφο το αστραφτερό ποταμάκι που έρεε δίπλα του, αναφώνησε γαλήνια.
Ξαφνικά ακούει ένα θόρυβο πίσω από ένα θάμνο που συνοδεύεται από ένα βρυχηθμό και βλέπει μία αρκούδα να έρχεται προς το μέρος του.
Ο άθεος αρχίζει να τρέχει με όλη του την δύναμη, νιώθοντας την ανάσα της αρκούδας όλο και πιο κοντά του. Κάποια στιγμή σκοντάφτει σε ένα κλαδί και πέφτει κάτω. Η αρκούδα βάζει το ένα πόδι της πάνω στο στήθος του άθεου και σηκώνει το άλλο πόδι της ψηλά με τα μακριά κοφτερά νύχια, έτοιμη να το κατεβάσει με όλη της την δύναμη για να τον ξεσκίσει και να τον φάει. Εκείνη την στιγμή αποσβολωμένος ο άθεος φωνάζει με όλη του την δύναμη ΘΕΕ ΜΟΥ...
Ξαφνικά όλα παγώνουν δίπλα του, η αρκούδα μένει ακίνητη, το ποτάμι σταμάτησε να ρέει, οι ήχοι του δάσους σταμάτησαν και ένα καθαρό και εκτυφλωτικό φως τον κάνει να κλείσει τα μάτια του για λίγο. Τότε ακούγετε μία φωνή από ψηλά να του λέει :
- Εσύ τόσο καιρό αρνούσουν την ύπαρξή μου, έλεγες παντού ότι Εγώ δεν υπήρχα και απέδιδες την δημιουργία σε «κάποιο κοσμικό ατύχημα». Περιμένεις τώρα να σε βοηθήσω εγώ να βγεις από αυτή την κατάσταση; Πρέπει να περιμένω ότι θα μου έχεις πίστη;
Ο άθεος κοίταξε κατευθείαν στο φως και είπε :
- Θα ήταν πράγματι υποκρισία εκ μέρους μου να ζητήσω να μου συμπεριφερθείς σαν να ήμουν Χριστιανός. Ίσως όμως να μπορούσες να κάνεις χριστιανή την αρκούδα.
- Πολύ καλά! είπε η φωνή.
Τότε το εκτυφλωτικό φως χάθηκε, οι ήχοι του δάσους επανήλθαν, το ποτάμι όρχησε να ρέει ξανά και η αρκούδα σκύβει το κεφάλι της και με ευλάβεια προσεύχεται και λέει :
- Θεέ μου ευλόγησε το φαγητό μου τούτο, Αμήν...!!!
Τι απίθανα χρώματα του δάσους, τι πανέμορφα ζωάκια, τι υπέροχα λουλούδια, πόσο όμορφο το αστραφτερό ποταμάκι που έρεε δίπλα του, αναφώνησε γαλήνια.
Ξαφνικά ακούει ένα θόρυβο πίσω από ένα θάμνο που συνοδεύεται από ένα βρυχηθμό και βλέπει μία αρκούδα να έρχεται προς το μέρος του.
Ο άθεος αρχίζει να τρέχει με όλη του την δύναμη, νιώθοντας την ανάσα της αρκούδας όλο και πιο κοντά του. Κάποια στιγμή σκοντάφτει σε ένα κλαδί και πέφτει κάτω. Η αρκούδα βάζει το ένα πόδι της πάνω στο στήθος του άθεου και σηκώνει το άλλο πόδι της ψηλά με τα μακριά κοφτερά νύχια, έτοιμη να το κατεβάσει με όλη της την δύναμη για να τον ξεσκίσει και να τον φάει. Εκείνη την στιγμή αποσβολωμένος ο άθεος φωνάζει με όλη του την δύναμη ΘΕΕ ΜΟΥ...
Ξαφνικά όλα παγώνουν δίπλα του, η αρκούδα μένει ακίνητη, το ποτάμι σταμάτησε να ρέει, οι ήχοι του δάσους σταμάτησαν και ένα καθαρό και εκτυφλωτικό φως τον κάνει να κλείσει τα μάτια του για λίγο. Τότε ακούγετε μία φωνή από ψηλά να του λέει :
- Εσύ τόσο καιρό αρνούσουν την ύπαρξή μου, έλεγες παντού ότι Εγώ δεν υπήρχα και απέδιδες την δημιουργία σε «κάποιο κοσμικό ατύχημα». Περιμένεις τώρα να σε βοηθήσω εγώ να βγεις από αυτή την κατάσταση; Πρέπει να περιμένω ότι θα μου έχεις πίστη;
Ο άθεος κοίταξε κατευθείαν στο φως και είπε :
- Θα ήταν πράγματι υποκρισία εκ μέρους μου να ζητήσω να μου συμπεριφερθείς σαν να ήμουν Χριστιανός. Ίσως όμως να μπορούσες να κάνεις χριστιανή την αρκούδα.
- Πολύ καλά! είπε η φωνή.
Τότε το εκτυφλωτικό φως χάθηκε, οι ήχοι του δάσους επανήλθαν, το ποτάμι όρχησε να ρέει ξανά και η αρκούδα σκύβει το κεφάλι της και με ευλάβεια προσεύχεται και λέει :
- Θεέ μου ευλόγησε το φαγητό μου τούτο, Αμήν...!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Θέλω να πω ότι: